Δεν πιστεύω ότι υπάρχει κανονική δημοκρατία όπου θα δημιουργούνταν συζητήσεις σχετικά με το αν ο πρωθυπουργός θα έπρεπε να συναντηθεί με τον επικεφαλής ενός κοινοβουλευτικού κόμματος. Σε αυτές τις δημοκρατίες, οι πολιτικοί αναγνωρίζουν πως τέτοιες συναντήσεις είναι αυτονόητες υποχρεώσεις τους. Είναι σημαντικό όχι μόνο να συναντιούνται, αλλά και να ενημερώνονται ο ένας από τον άλλο, ανταλλάσσοντας απόψεις ακόμη και για θέματα που δεν είναι δημόσια γνωστά.
Η άρνηση του Ανδρουλάκη να συναντήσει τον Μητσοτάκη μετά την εκλογή του το 2021 φαίνεται ότι ήταν σχεδόν αγενής. Δεν κατανοώ τους λόγους πίσω από αυτή την απόφαση, πιθανόν να λείπει μια στοιχειώδης πολιτική λογική, ειδικά όταν η υπόθεση των υποκλοπών δεν είχε καν αποκαλυφθεί τη στιγμή που εκείνος αρνούνταν τη συνάντηση. Σήμερα, ελπίζω αυτή η κατάσταση να αλλάξει, καθώς μια άμεση επαφή μεταξύ των πολιτικών αρχηγών μπορεί να προσφέρει μόνο οφέλη για τη δημοκρατία μας.
Είναι γεγονός πως συνάντηση δεν ισοδυναμεί με συμφωνία. Κάθε πολιτικός θα διατηρήσει τις απόψεις του μετά από μια ανοιχτή συζήτηση, αλλά η επικοινωνία μπορεί να οδηγήσει σε μια μορφή συνεννόησης. Αυτό είναι ένα δημοκρατικό αγαθό και ταυτόχρονα μια υποχρέωση. Φυσικά, υπάρχουν και οι προσωπικές σχέσεις. Δεν περιμένει κανείς ο Μητσοτάκης και ο Ανδρουλάκης να γίνουν κολλητοί φίλοι, και δεν έχει σημασία. Αν και είναι πολύ διαφορετικοί, το δημοκρατικό σύστημα απαιτεί να έχουν διαύλους επικοινωνίας και να παραμένουν αλληλέγγυοι στα κρίσιμα ζητήματα.
Το πολιτικό κλίμα έχει ηρεμήσει, οι εντάσεις έχουν μειωθεί, και σοβαρές αντιπαραθέσεις δεν υπάρχουν στην παρούσα φάση. Μάλιστα, με εκλογές σε τρία χρόνια, είναι ιδανική ευκαιρία να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο συνεννόησης, όχι μόνο ανάμεσα σε Μητσοτάκη και Ανδρουλάκη, αλλά και μεταξύ άλλων πολιτικών αρχηγών. Ίσως μερικοί αναρωτηθούν ποιος θα αντέξει να ακούσει κάποιες φωνές στην πολιτική σκηνή, αλλά αυτό δεν αναιρεί την ανάγκη για συνεννόηση, ακόμη και αν υπάρχουν προτάσεις εξαιρέσεων.
Πηγή: tovima.gr