Με την έναρξη της τρέχουσας δικαστικής χρονιάς, ξεκίνησε η εφαρμογή μιας εκτεταμένης μεταρρύθμισης στη δικαιοσύνη, γνωστής ως «νέος δικαστικός χάρτης». Στόχος αυτής της μεταρρύθμισης είναι να επιτευχθεί η απονομή δικαιοσύνης σε εύλογο χρόνο, όπως έχει ήδη επιτευχθεί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Αυτή η αναδιάρθρωση στοχεύει στην επίσπευση της διαδικασίας έκδοσης αποφάσεων, η οποία σήμερα μπορεί να διαρκέσει πέντε έως δέκα χρόνια.
Η μεταρρύθμιση περιλαμβάνει σημαντικές αλλαγές στον τόπο λειτουργίας των δικαστηρίων και τον τύπο τους, προσπαθώντας να δημιουργήσει μια πιο πολύπλευρη δικαστική αρχή. Ωστόσο, παρουσιάζει ήδη προβλήματα και αντιδράσεις, κυρίως από την πλευρά των δικηγόρων, καθώς είναι ένα δύσκολο εγχείρημα που απαιτεί προσαρμογές.
Μια από τις κεντρικές πτυχές της μεταρρύθμισης είναι η ένταξη περίπου 960 ειρηνοδικών, που μέχρι τώρα είχαν περιορισμένο ρόλο, στο κύριο ποινικό σώμα της δικαιοσύνης. Αυτή η κίνηση θα τους επιτρέψει να δικάζουν όλες τις υποθέσεις, αντί να περιορίζονται σε συγκεκριμένες, όπως συμβαίνονταν μέχρι σήμερα. Η ανάγκη για αυτή την αλλαγή ήταν ένα από τα προαπαιτούμενα για την εκταμίευση κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Η ένταξη των ειρηνοδικών στην ποινική και πολιτική δικαιοσύνη είναι μια ιδέα που έχει προταθεί πολλές φορές στο παρελθόν, από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τον Γεώργιο Παπανδρέου και άλλους ηγέτες, αλλά ποτέ δεν είχε πραγματοποιηθεί. Μετά από περισσότερο από 100 χρόνια συζητήσεων και προσπαθειών, η μεταρρύθμιση αυτή έγινε τε finalmente πράξη, απαντώντας στην επιτακτική ανάγκη της δικαστικής ανανέωσης.
Ο νέος δικαστικός χάρτης αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες στην Ελλάδα συχνά αναστέλλονται λόγω ιδεοληψιών, πολιτικών αγκυλώσεων και συνδικαλιστικών αντιστάσεων. Παρ’ όλα αυτά, με τη νέα αυτή νομοθεσία υπάρχει ελπίδα ότι η δικαιοσύνη θα μπορέσει να καταστεί πιο αποτελεσματική και προσβάσιμη για όλους τους πολίτες.
Πηγή: tovima.gr