Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ‘70, βρέθηκα με τον πατέρα μου στο περίπτερο της γειτονιάς μας, στον Άη Μελέτη. Είχα επισκεφτεί το συγκεκριμένο μέρος πολλές φορές, αλλά εκείνο το απόγευμα το βλέμμα μου προσέλκυσε ένας ιδιαίτερος τύπος. Φορούσε γιλέκο και ένα ξεχωριστό σκουφί που δεν είχα ξαναδεί. Ήμουν ενθουσιασμένος. Παρά το γεγονός ότι η σοκολάτα του πατέρα μου ήταν καλή, δεν μπορούσα να φύγω από το περίπτερο χωρίς τον ήρωά μου, τον Μπλεκ.
Ο Μπλεκ έγινε μύθος για τα παιδικά μου χρόνια. Μου προσέφερε μοναδικές ιστορίες, με τις οποίες ένιωθα ότι γίνομαι μέλος της παρέας του. Οι περιπέτειές του, όπου καβγάδιζε με αποικιοκράτες Άγγλους, με έκαναν να αναλογιστώ τις έννοιες της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, ακόμα και αν τότε δεν καταλάβαινα πλήρως την αποικιοκρατία.
Η κατανόηση για τους αγώνες των λαών ήρθε σταδιακά. Έγινα περίεργος για την Ανεξαρτησία των Αμερικανών και διάβασα αρκετά. Μέσω του Μπλεκ ανακάλυψα και έργα όπως «Ο Τελευταίος των Μοϊκανών» του Τζέιμς Φέμινορ Κούπερ και άλλες σημαντικές ιστορικές αναφορές. Ήθελα να υιοθετήσω το στυλ του, αναζητούσα γιλέκα και σκουφιά που να του μοιάζουν, αν και ποτέ δεν κατάφερα να αποκτήσω κάτι αντίστοιχο.
Η γλωσσική φρασεολογία του μου έκανε εντύπωση και αναζητούσα νοήματα πίσω από τις ιδιωματικές του φράσεις. Δυστυχώς, κανείς γύρω μου δεν μπόρεσε να με διαφωτίσει για τις ρίζες αυτών των εκφράσεων. Καθώς μεγάλωνα, απομακρύνθηκα από τους ήρωές μου, μεταξύ των οποίων ο Μπλεκ. Οι περιπέτειές του και τα προβλήματά του σταμάτησαν να με απασχολούν. Όμως, η επιθυμία να ξανασυγκεντρωθώ σε αυτές τις αναμνήσεις παραμένει ζωντανή.
Σήμερα, γιορτάζοντας τα 70 χρόνια από τη γέννηση αυτού του μύθου, νιώθω την ανάγκη να ξαναγυρίσω κοντά του. Ποτέ δεν κατάλαβα πώς αυτό το γιλέκο μπορούσε να τον κρατά ζεστό το χειμώνα, αλλά ίσως αυτό να έχει να κάνει με τη μαγεία της παιδικής μου φαντασίας.
Πηγή: tovima.gr